Κυριακή 23 Μαΐου 2010

Αντί να αντιμετωπίζουν τις αιτίες, στοχεύουν στις συνέπειες

Αντί να αντιμετωπίζουν τις αιτίες, στοχεύουν στις συνέπειες

 



Οι οικονομικοί δείκτες δείχνουν μία ασθενή αλλά αβέβαιη ακόμη ανάκαμψη από την οικονομική κρίση για τις πιο ανεπτυγμένες οικονομίες. Η αβεβαιότητα γίνεται μεγαλύτερη όταν κανείς εστιάζει στην Ευρώπη. Οι πολιτικές που εστιάζουν στη μείωση των ελλειμμάτων, αν δεν εντείνουν την ύφεση, σε κάθε περίπτωση δυσκολεύουν την ανάκαμψη.

ΜΕ ΔΕΔΟΜΕΝΑ αφενός μεν την κύρια τάση των ευρωπαϊκών πολιτικών, αφετέρου δε τις «τούμπες» που αναγκάζεται να κάνει η Ευρώπη ή, να το πούμε διαφορετικά, τις αναγκαστικές μετατοπίσεις από τις «κόκκινες γραμμές» που χαράζει για την υπεράσπιση της σημερινής αρχιτεκτονικής της Ε.Ε., κάποια βασικά ερωτήματα που τίθενται στις αγορές χρήματος και ομολόγων αφορούν:
α) Την πιθανή αντίδραση της ΕΚΤ όταν ο πληθωρισμός αγγίξει το όριο του 2% που θέτει ως στόχο για να αλλάξει το επιτόκιο παρέμβασης - κάθε αύξηση των επιτοκίων θα δημιουργήσει περαιτέρω δυσκολίες.
β) Την παρατηρούμενη αύξηση της ανεργίας, η οποία, σε συνδυασμό με τις πολιτικές λιτότητας, θα περιορίσει τα εισοδήματα των νοικοκυριών και επομένως θα επιδράσει και στην καταναλωτική δαπάνη, αλλά και θα εντείνει την πίεση στους τραπεζικούς ισολογισμούς.
γ) Τις αβεβαιότητες στην αγορά χρέους, καθώς αυτό αυξάνεται και απόλυτα αλλά και ως ποσοστό του ΑΕΠ, σε ένα περιβάλλον όπου η μεταφορά της πίεσης στα κράτη μέλη αποδυναμώνει τη συνοχή της Ευρωπαϊκής Ένωσης και αυξάνει του «πολιτικούς κινδύνους» ανατροπής των πολιτικών λιτότητας, ενώ πλέον έχουν τεθεί ερωτήματα σταθερότητας του ευρώ.
δ) Την αύξηση του κινδύνου να βρεθεί κανείς με τίτλους και υποχρεώσεις χρηματοπιστωτικών ιδρυμάτων της Ευρώπης που, μετά από όλα τα προηγούμενα, θα έχουν δυσκολίες να ανταποκριθούν, κατάσταση η οποία εντείνει τον ανταγωνισμό στις αγορές χρήματος.

Η ΑΠΟΦΑΣΗ της Γερμανίας -η επιστράτευση της εξουσίας επιβολής έκτακτων ρυθμίσεων που έχουν τα κράτη - να επιβάλει μονομερώς κάποιες ελάσσονες ρυθμίσεις, ενώ ξαναφέρνει στη δημόσια ατζέντα το ζήτημα της ρύθμισης του χρηματοπιστωτικού τομέα, τίθεται ως περιστασιακή ρύθμιση, με χρόνο λήξης (έως τις 31 Μαρτίου 2011). Συγχρόνως, μάλλον, μας εισάγει σε ένα πολιτικό «παιχνίδι» επί των ρυθμίσεων, όπως δείχνει το γεγονός ότι η απαγόρευση ήταν μονομερής και χωρίς να έχει υπάρξει διαβούλευση με τα άλλα κράτη μέλη.

ΣΕ ΚΑΘΕ περίπτωση ρυθμίσεις όπως, α) η απαγόρευση των ακάλυπτων ανοιχτών πωλήσεων (naked short selling, δηλαδή να πουλάς τίτλους, μετοχές ή ομόλογα τους οποίους δεν κατέχεις) στα ομόλογα των κρατών της ευρωζώνης και των CDS που αφορούν αυτούς τους τίτλους καθώς και των μετοχών των 10 μεγαλύτερων χρηματοπιστωτικών οργανισμών της Γερμανίας, β) ο συζητούμενος φόρος επί των χρηματιστηριακών συναλλαγών, είναι καλοδεχούμενες εφόσον δείχνουν ότι η τυφλή εμπιστοσύνη στις «καινοτομίες» των αγορών βλάπτει και επίσης παραπέμπουν σε άλλους τρόπους βελτίωσης των δημόσιων οικονομικών, οι οποίοι έως τώρα επιμελώς ήταν εκτός ατζέντας.
Εμφανίζουν όμως ένα παράδοξο. Αντί να στοχεύουν στις αιτίες του προβλήματος, στοχεύουν στις συνέπειες.

ΑΝ ΣΤΗΡΙΖΕΙΣ το σύστημα δανεισμού των κρατών στις διεθνείς αγορές χρήματος, τότε οι παίκτες σε αυτές (τράπεζες, ασφαλιστικά ταμεία κατά κύριο λόγο και δευτερευόντως hedge funds κ.λπ.) προεξοφλούν τον κίνδυνο που έχει η αγορά τίτλων κρατών της Ευρωζώνης και των τραπεζών της, τον κίνδυνο που δημιουργούν οι εμμονές στα δημόσια ελλείμματα. Σε ένα περιβάλλον πυκνού χρόνου γεγονότων, όπως είναι αυτός που ζει η Ευρώπη το τελευταίο διάστημα, και μεγάλων αβεβαιοτήτων που φτάνουν να αφορούν τη σταθερότητα του ευρώ και τους όρους συμμετοχής σε αυτό εμφανίζουν συμπεριφορά «αγέλης».

ΤΟ ΕΡΩΤΗΜΑ που έχει τεθεί εκ των πραγμάτων στην Ευρώπη είναι αν θα συγκροτήσει ένα σύστημα μεταφοράς πόρων (π.χ. κάποιον προϋπολογισμό ομοσπονδιακού τύπου) μεταξύ των κρατών - μελών, το οποίο να μπορεί να ανταποκριθεί στις απαιτήσεις της κατάστασης και συγχρόνως να ασχοληθεί πιο ενεργά με το ζήτημα του χρέους των κρατών (ένας μηχανισμός δανεισμού κατ’ ευθείαν από την ΕΚΤ, με παράλληλη αναδιάρθρωση του πλαισίου λειτουργίας της) ή αν θα επιμείνει σε πολιτικές οι οποίες μεταφέρουν τελικά την πίεση στη μισθωτή εργασία εντείνοντας τις υφεσιακές τάσεις.
Η εμμονή στη δεύτερη πολιτική ενέχει ένα παράδοξο. Στηρίζεσαι στις «αγορές» για να δανειστείς -δεν αγγίζεις το σύστημα χρηματοδότησης- και, όταν οι «αγορές» διαπιστώνουν τις δυσκολίες τις οποίες οικοδομείς, τις κατηγορείς που το διακηρύσσουν έμπρακτα καθώς συνάμα οδηγείσαι σε έκτακτα μέτρα καθοδηγούμενος από αυτό που επιχειρείς να απωθήσεις.

Ημερομηνία δημοσίευσης: 23/05/2010
ΑΥΓΗ

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου