Κυριακή 16 Νοεμβρίου 2008

«Κερδοσκοπία» ή Νεοφιλελευθερισμός; Για τον χαρακτήρα της χρηματοπιστωτικής κρίσης


«Κερδοσκοπία» ή Νεοφιλελευθερισμός;
Για τον χαρακτήρα της χρηματοπιστωτικής κρίσης

Σπύρος Λαπατσιώρας και Γιάννης Μηλιός

Σε πολλά από όσα γραφτεί, το τελευταίο διάστημα, ως αιτία της κρίσης θεωρείται η (αχαλίνωτη) κερδοσκοπία των τραπεζών. Ωστόσο, η κατανόηση της χρηματοπιστωτικής κρίσης ως μίας κατάστασης που γεννήθηκε από την κερδοσκοπία των τραπεζών μας εμποδίζει να καταλάβουμε τη μορφή που πήρε και τη σημασία της κρίσης. Εξάλλου, κάθε επιχειρηματική δραστηριότητα είναι «κερδοσκοπική», κάθε «προκαταβολή» κεφαλαίου έχει ως σκοπό το μέγιστο δυνατό κέρδος, ενώ η επιλογή της μιας ή της άλλης σφαίρας οικονομικής δραστηριότητας είναι απλώς το μέσο για την επίτευξη αυτού του σκοπού.
Η χρηματοπιστωτική κρίση έχει συστημικό χαρακτήρα, με την έννοια ότι προήλθε από και έπληξε τα ίδια τα στοιχεία που συνθέτουν τον πυρήνα του νεοφιλελευθέρου υποδείγματος ρύθμισης του χρηματοπιστωτικού συστήματος.

Ο πυρήνας της νεοφιλελεύθερης ρύθμισης
του χρηματοπιστωτικού συστήματος

Το σύγχρονο χρηματοπιστωτικό σύστημα (ΧΠ σύστημα, στο εξής) έχει στον πυρήνα του μία απλή ιδέα: Αντί τα κράτη και οι επιχειρήσεις να δανείζονται από τις τράπεζες για να επιτελέσουν τις λειτουργίες τους να δανείζονται άμεσα από όποιον επιθυμεί να τους χρηματοδοτήσει. Ποιος μπορεί να επιθυμεί; άλλες επιχειρήσεις, άλλα άτομα μέσω αμοιβαίων κεφαλαίων, ασφαλιστικών ταμείων και άλλων μη-τραπεζικών (παραδοσιακών) μορφών.
Για να καταργηθούν οι μεσάζοντες (δηλαδή οι τράπεζες), απαιτείται οι υποψήφιοι χρηματοδότες να έχουν προσδοκίες κέρδους και εγγυήσεις ότι δεν θα χάσουν μέρος ή το σύνολο των χρημάτων τους, δηλαδή εγγυήσεις για την πιστωτική αξιοπιστία των δανειζομένων επιχειρήσεων και κρατών. Απαιτούνται δηλαδή τρία στοιχεία. Ένας μηχανισμός έκδοσης τίτλων, δηλαδή συμβολαίων στη βάση των οποίων κατοχυρώνονται απαιτήσεις σε μία μελλοντική χρηματοροή, ένας μηχανισμός εγγύησης και πιστωτικής αξιολόγησης αυτών των τίτλων, δηλαδή το κατά πόσο μπορούν βάσιμα να ελπίζουν ότι θα λάβουν αυτή τη χρηματοροή και ένας μηχανισμός διασφάλισης της χρηματοροής. Ο πρώτος μηχανισμός είναι η «βιομηχανία» τιτλοποιήσεων. Ο δεύτερος είναι πιο ευρύς. Σημαντικό τμήμα του αποτελούν οι οργανισμοί πιστωτικής αξιολόγησης, εταιρείες οι οποίες μέσω κατάλληλης έρευνας και μέτρησης παρέχουν δείκτες, όπως ΑΑΑ ή ΒΒΒ, που προειδοποιούν για το πόσο κίνδυνο αθέτησης των υποχρεώσεων φέρει ένας τίτλος. Προφανώς, όσο πιο επικίνδυνο είναι ένα δάνειο με το οποίο βαρύνεται κάποιος τόσο μεγαλύτερη απόδοση θα απαιτεί κανείς για να τον χρηματοδοτήσει ώστε να αντισταθμίσει τον κίνδυνο να υποστεί απώλειες. Ο τρίτος αναπτύσσει τις τεχνικές διαχείρισης κινδύνου, δηλαδή τεχνικές ώστε να μην «έχεις όλα τα αυγά στο ίδιο καλάθι». Ταυτόχρονα αποτελεί και αγορά για τις ασφαλιστικές εταιρείες (ασφάλιση των τίτλων έναντι πιστωτικών κινδύνων).
Για να λειτουργήσει αυτό το σύστημα απαιτείται η κατάλληλη οργάνωση των χρηματιστηρίων και ρύθμιση θεμάτων που αφορούν την έκδοση, διαχείριση και αγοραπωλησία των τίτλων. Επίσης, ευνόητα, για να λειτουργήσει σε διεθνές επίπεδο απαιτείται η κατάργηση περιορισμών στην κίνηση κεφαλαίων μεταξύ των κρατών. Γενικά, απαιτείται ο συλλογικός κεφαλαιοκράτης (το κράτος), να οργανώσει το ΧΠ σύστημα με βάση αυτές τις (διεθνείς) αρχές και να εγγυάται με τις κατάλληλες ρυθμίσεις και πολιτικές την απρόσκοπτη λειτουργία του και αναπαραγωγή του. Τέλος, για να λειτουργήσουν οι ΧΠ αγορές με ένα αποτελεσματικό τρόπο, απαιτείται η ύπαρξη πληθώρας κεφαλαίων τα οποία θα επιθυμούν να δανείσουν, να αγοράσουν τίτλους. Θα πρέπει να αποκτήσει αυτή η διεθνής του κεφαλαίου «βάθος» - ως ένα παράδειγμα, με την ιδιωτικοποίηση των ασφαλιστικών ταμείων ή με την χαλάρωση των περιορισμών για τη συμμετοχή τους στις διεθνείς χρηματαγορές.
Υπόβαθρο αυτής της ιδέας και των απαιτήσεών της είναι πως: «οι αγορές γνωρίζουν καλύτερα ποιον πρέπει να χρηματοδοτήσουν» και «οι αγορές αυτορυθμίζονται».
Αυτός ο τρόπος λειτουργίας δεν αναδύθηκε δια μιας έτοιμος και πλήρης. Υπήρξε μια μακρά συγκρότηση που αρχίζει και παίρνει τη μορφή που περιγράψαμε στα τέλη της δεκαετίας του 70, αρχές του 80 με την ανάπτυξη αυτού που ονομάζουμε νεοφιλελεύθερο πλαίσιο ρύθμισης της ΧΠ σφαίρας. Εκτός από τα σημάδια που άφησε ο χρόνος (την προσαρμογή του στις αποτυχίες και στο μεταβαλλόμενο περιβάλλον) απέκτησε και μία χωρική διάρθρωση. Για λόγους που έχουν να κάνουν τόσο με την ιστορικότητα συγκρότησης όσο και με την διάρθρωση του πλέγματος των διεθνών σχέσεων, οι ΗΠΑ και σε μικρότερο βαθμό η Βρετανία αποτέλεσαν κέντρα της διεθνούς ΧΠ σφαίρας από τα οποία διαχέονταν εργαλεία, καινοτομίες, μορφές οργάνωσης στο υπόλοιπο διεθνές σύστημα και φυσικά αποτελούν δέκτες χρηματοροών από το διεθνές σύστημα.
Η συνέργια αυτής της ρύθμισης της καπιταλιστικής χρηματοδότησης μαζί με τα υπόλοιπα στοιχεία που συνθέτουν το νεοφιλελεύθερο υπόδειγμα είχε αποτελέσματα. Περιοριζόμενοι σε ό,τι μας ενδιαφέρει σημειώνουμε.
α) Συγκροτήθηκε μία Διεθνής του Κεφαλαίου, στην αναζήτηση της διασφαλισμένης απόδοσης και της αυτο-αξιοποίησης του χρήματος, τα μέλη της οποίας επιδίδονται στο να εξερευνούν τον χάρτη των αποδόσεων ανά τη γη.
β) Επιταχύνθηκε η κίνηση και ο ανταγωνισμός των κεφαλαίων στην αναζήτηση κερδοφόρων τοποθετήσεων. Σε σχέση με αυτό η Διεθνής του Κεφαλαίου λειτουργεί ως ένας μηχανισμός πειθάρχησης: οι κερδοφόρες τοποθετήσεις κεφαλαίου επιβραβεύονται γρήγορα ενώ αυτές που δεν παρουσιάζουν ικανοποιητικά κέρδη τιμωρούνται επίσης γρήγορα (και φυσικά η πειθάρχηση αφορά και τις οικονομικές πολιτικές κρατών).
γ) Επέδρασε στη σχέση κεφαλαίου-εργασίας. Η στοίχιση των επιχειρήσεων με τις απαιτήσεις των χρηματαγορών, μαζί με άλλα στοιχεία του νεοφιλελεύθερου υποδείγματος, συντελεί στην υποβάθμιση της διαπραγματευτικής ισχύος των εργαζομένων τόσο για τους όρους εργασίας όσο και στο επίπεδο της διανομής. Η στασιμότητα των μισθών, η αύξηση των ανισοτήτων η αυξημένη ισχύς του κεφαλαίου έναντι της εργασίας έχουν αναγκαίο στήριγμα τη σημερινή μορφή του ΧΠ συστήματος.
Τα προηγούμενα αποτελούν και στοιχεία της επιτυχίας του νεοφιλελευθερισμού, δηλαδή της εξασφάλισης εξόδου από την κρίση υπερσσυσσώρευσης της δεκαετίας του ’70, την ανάκτηση της κερδοφορίας των κεφαλαίων και στη συνέχεια τη διεύρυνσή της καθώς και την ανάπτυξη της εγγενούς τάσης διεθνοποίησης του καπιταλισμού.

Το ΧΠ σύστημα ως παραγωγός της κρίσης.

Η έκδοση τίτλων στη βάση των subprime (δάνεια που αφορούν δανειολήπτες με μεγαλύτερο «πιστωτικό κίνδυνο» από το «κανονικό» και επομένως έχουν μεγαλύτερο επιτόκιο, όπως για παράδειγμα εργαζόμενοι που οι όροι εργασίας τους θέτουν υπό αμφισβήτηση την κανονικότητα της ροής αποπληρωμής) δεν αποτελεί απάτη - ανεξάρτητα αν αναπτύχθηκαν απάτες στη διαδικασία αυτή.
Η νεοφιλελεύθερη προσαρμογή του ΧΠ συστήματος είχε αποτελέσματα και επί των παραδοσιακών τραπεζών. Ο ανταγωνισμός από τα κεφάλαια που δραστηριοποιούνταν στον εξωτραπεζικό δανεισμό τις οδήγησε στη διεύρυνση της στεγαστικής και καταναλωτικής πίστης. Στη συνέχεια μέσω των τιτλοποιήσεων αποδείχτηκε ότι με την ευγενή μεσολάβησή τους και την καταβολή προμηθειών γι’ αυτήν μπορεί η διεθνής του κεφαλαίου να χρηματοδοτεί στέγη, αυτοκίνητα, καταναλωτική πίστη, σπουδές, πιστωτικές κάρτες, δήμους, μικρές επιχειρήσεις κλπ.
Για την οργανωτική μορφή που πήρε η τιτλοποίηση χρεών αξίζει να σημειώσουμε, πρώτο τη δημιουργία νέων μεσαζόντων με τη μορφή μάλιστα πολύ σημαντικών κόμβων του πλέγματος του διεθνούς ΧΠ, τόσο από άποψη μεγέθους όσο και διεθνούς διασύνδεσης, δεύτερο, ότι η παραδοσιακή αντίθεση που καλείται να διαχειριστεί μία τράπεζα, μεταξύ μακροπρόθεσμων δανείων και βραχυπρόθεσμων καταθέσεων μετασχηματίστηκε σε μία εξωτερική σχέση μεταξύ δύο μορφών ΧΠ κεφαλαίου. Από τη μία μεριά, εταιρείες, οιωνεί θυγατρικές των κόμβων, των μεγάλων επενδυτικών τραπεζών, που διαχειρίζονταν τους τίτλους που συσσώρευαν, από την άλλη, κεφάλαια που δραστηριοποιούνταν δανείζοντας βραχυπρόθεσμα χρήμα σε αυτές με εχέγγυα τους τίτλους και με στόχο την απόδοση με τη μικρότερη δυνατή ανάληψη κινδύνων.
Μέσω αυτών των δύο στοιχείων της οργανωτικής δομής, εκδηλώθηκε η κρίση σε όλη της την ένταση. Όταν οι τίτλοι των subprime δεν μπορούσαν πλέον να τεθούν ως εχέγγυα λόγω μειωμένης εξασφάλισης που παρείχαν, εφόσον έγινε γνωστό το αυξημένο ποσοστό απλήρωτων δόσεων, η σχέση διερρήχθη και οι οιωνεί-μητρικές εταιρείες υποχρεώθηκαν να καλύψουν τις ζημίες που συσσώρευε η λειτουργία των οιωνεί-θυγατρικών τους. Αυτό έδωσε το σήμα φυγής όλων προς τις αποδόσεις που ενέχουν όσο μικρότερο κίνδυνο γίνεται.
Ωστόσο, τα σημαντικά στοιχεία είναι στις άκρες της αλυσίδας τιτλοποίησης. Τα subprime είχαν αποδέκτες. Η στασιμότητα των μισθών αλλά και η ευρύτερη απόσυρση μηχανισμών κοινωνικής αλληλεγγύης (παιδεία, υγεία, δήμοι, ασφάλεια κλπ.), αποτελέσματα των νεοφιλελεύθερων επιταγών, συνεπάγεται τη χρήση του δανεισμού για την κάλυψη των αναγκών. Με άλλα λόγια το μακροοικονομικό πρόβλημα διαχείρισης της συνολικής ζήτησης το οποίο δημιουργεί η στασιμότητα των μισθών καλύφθηκε από την αύξηση του δανεισμού. Το «όνειρο της ιδιόκτητης κατοικίας» αποτέλεσε επίσης στοιχείο για τη συγκρότηση συναίνεσης στο νεοφιλελευθερισμό και του οποίου η πραγμάτωση συστηματικά διερευνήθηκε μέσω των νέων μορφών χρηματοδότησης.
Οι τίτλοι με βάση subprime δάνεια ζητούνταν. Ο μίτος που πρέπει να ακολουθήσουμε για να καταλάβουμε την επέκταση της πίστης πέραν των ορίων της κεφαλαιοκρατικής αναπαραγωγής περνά από την πίεση που ασκεί ο ανταγωνισμός στο τραπεζικό κεφάλαιο, επί ποινή μειωμένης κερδοφορίας, να εξασφαλίσει πρώτη ύλη στο κυνήγι της ασφαλούς απόδοσης και στη σωρευμένη πίεση γι’ αυτήν από τη Διεθνή του Κεφαλαίου. Αποτελεί γενικό χαρακτηριστικό της λειτουργίας της Πίστης, σε περιόδους πιστωτικής επέκτασης να υποτιμώνται οι κίνδυνοι ενώ σε περιόδους συστολής να υπερτιμώνται.
Τόσο το βάθος της ΧΠ σφαίρας, όσο και η διεθνοποίησή της αποτελούν όρους της επιτυχίας του νεοφιλελευθέρου υποδείγματος, αποτελούν όρους για την ισχύ του επιχειρηματία στη σχέση κεφαλαίου-εργασίας, όρους για την κινητικότητα κεφαλαίων, την επιβράβευση του κέρδους και την τιμωρία της μειωμένης απόδοσης, επομένως όρους για το συντονισμό της διευρυμένης αναπαραγωγής του κεφαλαίου. Όμως, η διαδικασία αυτή, που διαπλέκει τις κεφαλαιακές αποδόσεις σε παγκόσμια κλίμακα, πέραν των άλλων που παρατηρήσαμε, αποτελεί ταυτόχρονα και όρο αστάθειας του ΧΠ συστήματος, λόγω του συντονισμού των διακυμάνσεων τόσο προς τα πάνω όσο και προς τα κάτω.
Γι’ αυτό ο χαρακτήρας της κρίσης είναι συστημικός. Προήλθε από τα στοιχεία που συνθέτουν το νεοφιλελεύθερο υπόδειγμα και τα αποτελέσματα της λειτουργίας του. Έπληξε τα στοιχεία του, εργαλεία, μεθόδους, πρακτικές λειτουργίας του και ταυτόχρονα όλους τους κόμβους της ΧΠ σφαίρας, σε διεθνή έκταση. Έπληξε το κέντρο του υποδείγματος (ΗΠΑ, Βρετανία) και τη δυνατότητα του συλλογικού κεφαλαιοκράτη να εξασφαλίζει την απρόσκοπτη χρηματοδότηση της διευρυμένης αναπαραγωγής του κεφαλαίου. Η «πιστωτική ασφυξία» που προέκυψε είναι εξ ορισμού κρίση της «πραγματικής οικονομίας».
Το ερώτημα που σήμερα τίθεται είναι το ακόλουθο: Μπορεί να υπάρξει μια νέα, αποτελεσματική ρύθμιση του συστήματος; Κάθε απόπειρα ρύθμισης σημαίνει ανακατανομή ισχύος και πιθανότατα ακύρωση λειτουργιών. Όσο οι δυνάμεις της εργασίας δεν παρεμβαίνουν στην κατεύθυνση του να αμφισβητήσουν την κεφαλαιακή σχέση και τη λογική του κέρδους οι όροι συγκρότησης της Διεθνούς του Κεφαλαίου και η αντιμετώπιση του κόσμου της εργασίας ως τη μεταβλητή που φέρει το βάρος των προσαρμογών και των αναγκών της ως χώρο εξερεύνησης και διεύρυνσης των σφαιρών αξιοποίησης του κεφαλαίου, αποτελούν απαράβατους όρους κάθε νέας ρύθμισης, με βάση τη σημερινή συντριπτική ταξική κυριαρχία του κεφαλαίου.
16/11/2008
ΑΥΓΗ 

Κυριακή 9 Νοεμβρίου 2008

Η κρίση είναι συστημική

Δημοσιεύτηλε στην Εποχή την Κυριακή 9/11/2008

Η κρίση είναι συστημική

των Σπύρου Λαπατσιώρα και Γιάννη Μηλιού

Το νεοφιλελεύθερο υπόδειγμα ρύθμισης της χρηματοδότησης

Στον 3ο τόμο του Κεφαλαίου (σ. 650) ο Μαρξ παρατηρούσε: «Όσο καιρό ο κοινωνικός χαρακτήρας της εργασίας θα εμφανίζεται ως η χρηματική ύπαρξη του εμπορεύματος, και, επομένως, ως ένα πράγμα έξω από την πραγματική παραγωγή, είναι αναπόφευκτες οι χρηματικές κρίσεις, είτε ανεξάρτητα από τις πραγματικές κρίσεις είτε σαν όξυνση πραγματικών κρίσεων».
            Το σύγχρονο «υπόδειγμα» χρηματοδότησης της παραγωγικής διαδικασίας τοποθετείται χρονικά στις αρχές της δεκαετίας του ’80 και προκύπτει από την κατάργηση περιορισμών που είχαν επιβληθεί στο χρηματοπιστωτικό (ΧΠ) σύστημα και τη διεθνή κίνηση κεφαλαίων μετά την κρίση του ’29, δηλαδή από την ανάπτυξη αυτού που ονομάζουμε νεοφιλελεύθερο πλαίσιο ρύθμισης της χρηματοπιστωτικής σφαίρας. Στο νεοφιλελεύθερο υπόδειγμα δεν καταργούνται οι ρυθμίσεις και τελικά οι εγγυήσεις που παρέχει ο συλλογικός κεφαλαιοκράτης στην «ορθή» για τη συσσώρευση λειτουργία του ΧΠ συστήματος, αλλά αντικαθίστανται από άλλες, συμβατές με τις λειτουργίες που απαιτεί το υπόδειγμα αυτό.
Βασικό χαρακτηριστικό του νεοφιλελεύθερου πλαισίου ρύθμισης της ΧΠ σφαίρας αποτελεί η ανάπτυξη της εξωτραπεζικής χρηματοδότησης του δημόσιου χρέους και των επιχειρήσεων από τις διεθνείς αγορές. Επιχειρήσεις, αρχικά μεγάλες με διεθνείς δραστηριότητες αλλά στη συνέχεια επίσης μεσαίου μεγέθους με κατάλληλη πιστωτική αξιοπιστία, χρηματοδοτούν τη δραστηριότητά τους κυρίως μέσα από μη-τραπεζικές πηγές δανεισμού. Εκδίδοντας επιχειρηματικούς βραχυπρόθεσμους τίτλους, είτε δανειζόμενες από διάφορα χρηματοδοτικά μη-τραπεζικά σχήματα (τα οποία περιλαμβάνουν ασφαλιστικά ταμεία, αμοιβαία κεφάλαια, hedge funds, ασφαλιστικές εταιρίες και μια πλειάδα άλλων ειδικών μορφών κεφαλαίων) που συνάπτονται γι’ αυτό το σκοπό. Στη συνέχεια αποκτούν πρόσβαση σε εξωτραπεζικές λειτουργίες χρηματοδότησης και διαχείρισης του πιστωτικού κινδύνου όχι μόνο οι επιχειρήσεις αλλά και τα στεγαστικά δάνεια, τα φοιτητικά δάνεια, τα δάνεια για αγορά αυτοκινήτου, οι πιστωτικές κάρτες, τα δάνεια που συνάπτουν οι δήμοι κλπ.
Αυτό το υπόδειγμα χρηματοδότησης, προϋποθέτει την τιτλοποίηση των χρεών και τη διεθνή κινητικότητα των κεφαλαίων, δηλαδή τη συγκρότηση ενός παγκόσμιου χώρου πολλαπλών σφαιρών επένδυσης ατομικών και μεμονωμένων κεφαλαίων, που η λειτουργία του καθιστά αυτές τις προϋποθέσεις διευρυνόμενα αποτελέσματά του.  Ως αποτέλεσμα, συγκροτήθηκε μία Διεθνής του Κεφαλαίου, στην αναζήτηση της ασφαλούς απόδοσης και της αυτοαξιοποίησης του χρήματος, τα μέλη της οποίας επιδίδονται στο να εξερευνούν τον χάρτη των ασφαλών αποδόσεων ανά τη γη. Πρόκειται για μία πολύπλοκη τεχνική που καμώνεται ότι είναι επιστήμη.
Από τον Μαρξ γνωρίζουμε ότι η κεφαλαιακή σχέση παραγωγής αναπαράγει διευρυμένα τον εαυτό της. Και το ελάχιστο στοιχείο που συνθέτει τον εαυτό της είναι μία απαίτηση ιδιοποίησης, ένας τίτλος κατοχής πάνω στην αξία και τους όρους παραγωγής της, μια υπόσχεση ιδιοποίησης υπεραξίας. Επομένως, η τιτλοποίηση των απαιτήσεων στη μελλοντική αξία και υπεραξία συνιστά ένα καθαρό στοιχείο της κεφαλαιακής σχέσης. Η αναπαραγωγή της συνιστά μια αέναη παραγωγή τίτλων και μία αέναη επιχείρηση κάμψης των αντιστάσεων που πηγάζουν από τη φύση και την εργασία, κάμψης των αντιστάσεων στις πιθανές σφαίρες αξιοποίησης και κάμψης των αντιστάσεων που δημιουργούν άλλα κεφάλαια στην κερδοφορία. Η διαχείριση κινδύνου είναι ενσωματωμένη στη διαδικασία παραγωγής ακριβώς γιατί καμία πάλη ενάντια σε κάτι που αντιστέκεται δεν είναι διασφαλισμένη, έτσι που ό,τι βλέπουμε ως τεχνικές διαχείρισης κινδύνου δεν είναι τίποτα άλλο παρά η συνέχιση με άλλα μέσα του καθημερινού πολέμου στη σφαίρα παραγωγής. 
Το νεοφιλελεύθερο υπόδειγμα χρηματοδότησης της κεφαλαιοκρατικής παραγωγής και αναπαραγωγής επιτέλεσε σημαντικές λειτουργίες για την έξοδο από την κρίση υπερ-συσσώρευσης που εμφανίστηκε τη δεκαετία του '70.
Με την αύξηση των εξωτραπεζικών μορφών χρηματοδότησης των επιχειρήσεων και των νοικοκυριών, οι τράπεζες οδηγήθηκαν στην αυξανόμενη τιτλοποίηση ως μέσου μεγέθυνσης του κύκλου εργασιών τους και στην εξασφάλιση προμηθειών από διευκολύνσεις χρηματοδότησης, ως πηγών κέρδους. Όταν κάποιος συνάπτει ένα δάνειο απαιτείται να εμφανιστεί ένα ορισμένο ποσό κεφαλαίου ώστε να υπάρχει εγγύηση σε περίπτωση αθέτησης υποχρεώσεων του δανειολήπτη. Αυτό όμως περιορίζει τη δυνατότητα χορήγησης δανείων εφόσον απαιτείται να δεσμεύεται κεφάλαιο σε ένα ορισμένο ποσοστό. Αν κάποιος πουλήσει το δάνειο, δηλαδή εκδώσει ένα τίτλο που ο κάτοχός του λαμβάνει τη χρηματοροή του δανείου, πρώτον δεν απαιτείται να δεσμεύσει κεφάλαιο, δεύτερον μπορεί να παρακρατήσει ένα τμήμα της χρηματοροής ως προμήθεια για την έκδοση του τίτλου, επομένως να βρει μία διαφορετική πηγή κερδοφορίας που εξαρτάται ευθέως από την πιστωτική επέκταση που επιτυγχάνεται, δηλαδή το πλήθος των δανείων που εκδίδονται. Ωστόσο, αυτό ενέχει κάποιους περιορισμούς. Πρώτον, γενικά η πιστωτική επέκταση συντελεί στην αύξηση των τιμών των περιουσιακών στοιχείων, δεύτερον η αύξηση των επιτοκίων πλήττει την αξία των υπαρχόντων τίτλων σε περίπτωση ρευστοποίησής τους ή στην περίπτωση που χρησιμοποιούνται ως εγγύηση για πρόσβαση σε ρευστό χρήμα. Αυτό ενέχει τη δυνατότητα αναταραχών στο πιστωτικό σύστημα, όποτε οι νομισματικές αρχές θεωρούν ότι πρέπει να αυξήσουν τα επιτόκια. Από την άλλη, τα χαμηλά επιτόκια διευκολύνουν τη επέκταση της πίστης και υπό κάποιες συνθήκες πέραν των ορίων που θέτουν οι ανάγκες της καπιταλιστικής παραγωγής.
Η ανάδυση και η επικράτηση του νεοφιλελευθέρου υποδείγματος δεν προέκυψε ως ένα πλήρες υπόδειγμα αλλά ως μία διαδικασία η οποία λάμβανε υπόψη τις αποτυχίες, τις επιτυχίες και το μεταβαλλόμενο περιβάλλον. Δεν επικράτησε αυτόματα σε όλες τις χώρες. Μπορούμε να πούμε ότι διαχύθηκε με μεταβαλλόμενους ρυθμούς μετά την επικράτηση στις ΗΠΑ και στη Βρετανία. Για λόγους που έχουν να κάνουν τόσο με την ιστορικότητα συγκρότησης όσο και με τη διάρθρωση του πλέγματος των διεθνών σχέσεων, οι ΗΠΑ και σε μικρότερο βαθμό η Βρετανία, αποτέλεσαν κέντρα της διεθνούς ΧΠ σφαίρας από τα οποία διαχέονταν εργαλεία, καινοτομίες, μορφές οργάνωσης κλπ. στο υπόλοιπο διεθνές σύστημα. Επομένως, στοιχείο του πυρήνα του υποδείγματος αποτελεί αυτή η σύνθετη διάθρωση σχέσεων όπου η Wall Street και το City επέχουν θέση κέντρου διάχυσης των νέων ρυθμίσεων και μορφών οργάνωσης του ΧΠ συστήματος.

Οι «ιππότες» της ασφαλούς απόδοσης και τα υποκείμενα της ανασφαλούς ζωής

Η άνοδος των τιμών κατοικίας, η χορήγηση subprime δανείων, η τιτλοποίηση, η αξιολόγηση των τίτλων κλπ. δεν είναι αιτίες αλλά μορφές εμφάνισης και μέσα εκδίπλωσης των στοιχείων και των σχέσεων που συγκροτούν το νεοφιλελεύθερο υπόδειγμα, δηλαδή την ειδική μορφή συγκρότησης των καπιταλιστικών κοινωνικών σχηματισμών μετά το 1980. Tα subprime δάνεια και η αλυσίδα της τιτλοποίησης, που από μια εξωτερική ματιά ενέχονται για την κρίση, αποτελούν στην πραγματικότητα συνέπεια όχι μόνο του τρόπου λειτουργίας του χρηματοπιστωτικού συστήματος αλλά του συνόλου των στοιχείων που συνθέτουν το νεοφιλελεύθερο υπόδειγμα.
            Η παρούσα κρίση που εκδηλώθηκε στη χρηματοπιστωτική σφαίρα είναι έτσι κρίση συστημική. Συστημική με την έννοια ότι γεννήθηκε από τα στοιχεία και τις σχέσεις που συνθέτουν τον πυρήνα του νεοφιλελευθέρου υποδείγματος. Συστημική, επίσης, διότι έπληξε σημαντικούς κόμβους του συστήματος και μέσω αυτών τους όρους λειτουργίας της Διεθνούς του Κεφαλαίου. Συστημική με την έννοια, επίσης, ότι πλήττει το ισχυρότερο κέντρο οργάνωσης του υποδείγματος: Τις αγορές και τα χρηματοπιστωτικά ιδρύματα των ΗΠΑ (αλλά και της Βρετανίας) που ήταν οδηγητικοί κόμβοι του συνολικού συστήματος για την οργάνωση αγορών, τη μεσολάβηση σε αυτές και την προώθηση χρηματοοικονομικών καινοτομιών και εργαλείων. Και, τέλος, συστημική διότι η ικανότητα του συλλογικού κεφαλαιοκράτη να εγγυάται τη λειτουργία αυτής της ρύθμισης επλήγει.
Το ζήτημα είναι, τελικώς, ότι η κοινωνική ασφάλιση εξαρτάται από τις αποδόσεις των ασφαλιστικών ταμείων, η παιδεία από τα φοιτητικά δάνεια, η εργασία από τη διεθνή αποτίμηση της κερδοφορίας της επιχείρησης στα χρηματιστήρια, τα τρόφιμα από την εύρυθμη λειτουργία των αγορών συμβολαίων μελλοντικής εκπλήρωσης, οι λειτουργίες των δήμων από τα αμοιβαία κεφάλαια και τις διεθνείς χρηματαγορές τίτλων, το περιβάλλον από τα δικαιώματα ρύπων και η κάλυψη βασικών κοινωνικών αναγκών από το ύψος του χρέους στις πιστωτικές κάρτες.
Στις σημερινές συνθήκες το πρόταγμα για απο-εμπορευματοποίηση των αναγκών, δηλαδή  αγώνας για την οργάνωση των κοινωνιών με βάση την ικανοποίηση των αναγκών και όχι με βάση τον ψυχαναγκασμό του λογισμού της αξιοποίησης των κεφαλαίων επείγει. Το ζήτημα δεν είναι η αναζήτηση μιας «νέας ρύθμισης» για την εύρυθμη λειτουργία του καπιταλισμού, αλλά η ανάληψη δράσης για την ανατροπή του.