Κυριακή 15 Σεπτεμβρίου 2013

Το μνημόνιο πέθανε, ζήτω το Μνημόνιο!


Το Μνημόνιο ως εσωτερικός, αιώνιος, κώδικας.

 Κυριακή, 15 Σεπτεμβρίου 2013 

Του
Σπύ­ρου Λα­πα­τσιώ­ρα




Δεν μπο­ρεί να πε­ρι­μέ­νει κα­νείς σε μία πρω­θυ­πουρ­γι­κή ο­μι­λία την πα­ρα­δο­χή ό­τι η πα­ρου­σία πρω­το­γε­νούς πλε­ο­νά­σμα­τος στο προϋπο­λο­γι­σμό ο­φεί­λε­ται στη μείω­ση, πέ­ραν των προϋπο­λο­γι­σθέ­ντων, των δα­πα­νών για δη­μό­σιες ε­πεν­δύ­σεις (η ο­ποία, προ­φα­νώς, έ­χει υ­φε­σια­κές συ­νέ­πειες στην οι­κο­νο­μία), των δη­μο­σίων δα­πα­νών δια­φό­ρων κα­τη­γο­ριών (νο­σο­κο­μεία, Ε­ΟΠ­ΠΥ, α­σφα­λι­στι­κά τα­μεία και άλ­λοι) και στην κα­θυ­στέ­ρη­ση ε­πι­στρο­φής φό­ρων. Θα ι­σο­δυ­να­μού­σε με αυ­το­κρι­τι­κή δή­λω­ση αμ­φι­σβή­τη­σης της ορ­θό­τη­τας της πο­λι­τι­κής που α­κο­λου­θεί­ται, με διε­θνή α­ντί­κτυ­πο.
Δεν μπο­ρεί, ε­πί­σης, να πε­ρι­μέ­νει την πα­ρα­δο­χή ό­τι το ό­ποιο πρω­το­γε­νές πλεό­να­σμα πα­ρα­τη­ρεί­ται τώ­ρα, προέρ­χε­ται α­πό μία κοι­νω­νι­κά ά­δι­κη πο­λι­τι­κή, που ε­ντεί­νει τις κοι­νω­νι­κές και τα­ξι­κές α­νι­σό­τη­τες. Για να χρη­σι­μο­ποιή­σου­με τα λό­για άλ­λων, που δεί­χνει «ό­τι στην Ελλά­δα ο πλού­τος α­να­δια­νέ­με­ται με κοι­νω­νι­κά ά­δι­κο τρό­πο» και οι μνη­μο­νι­κές πο­λι­τι­κές ε­ντεί­νουν αυ­τή την ά­νι­ση κα­τα­νο­μή εις βά­ρος των κα­τώ­τε­ρων τά­ξεων και α­πό την πλευ­ρά των ε­σό­δων (φό­ρων) και α­πό την πλευ­ρά των δα­πα­νών. Θα ι­σο­δυ­να­μού­σε με α­να­γνώ­ρι­ση του τα­ξι­κά με­ρο­λη­πτι­κού χα­ρα­κτή­ρα της πο­λι­τι­κής που α­κο­λου­θεί­ται.
Ού­τε, φυ­σι­κά, να δη­λώ­σει ό­τι η προ­σπά­θεια ε­πί­τευ­ξης αυ­τού του στό­χου, πρω­το­γε­νούς πλε­ο­νά­σμα­τος, στο χρό­νο και με τον τρό­πο που γί­νε­ται, εί­ναι αι­τία για την αύ­ξη­ση της α­νερ­γίας και την ύ­φε­ση. Με α­πλά λό­για κλεί­νεις πέ­ντε σχο­λεία και δύο νο­σο­κο­μεία και αυ­ξά­νεις το ό­ποιο πρω­το­γε­νές πλεό­να­σμα. Συγ­χρό­νως, η μείω­ση κα­τά 1 ευ­ρώ των δη­μο­σίων δα­πα­νών (α­πό δη­μό­σιες ε­πεν­δύ­σεις μέ­χρι μι­σθούς δη­μο­σίων υ­παλ­λή­λων) δη­μιουρ­γεί με­γα­λύ­τε­ρη μείω­ση των συ­νο­λι­κών ει­σο­δη­μά­των που πα­ρά­γει η οι­κο­νο­μία (ας πού­με 2 ευ­ρώ – ε­ξαρ­τά­ται α­πό το μέ­γε­θος του πολ­λα­πλα­σια­στή των δη­μο­σίων δα­πα­νών, ο ο­ποίος ό­πως «δια­πι­στώ­θη­κε» εί­ναι αρ­κε­τά υ­ψη­λός).
Ωστό­σο, θα πε­ρί­με­νε κα­νείς ό­τι έ­να δη­μο­σιο­νο­μι­κό α­πο­τέ­λε­σμα, το πρω­το­γε­νές πλεό­να­σμα, το ο­ποίο α­πο­τε­λεί ση­μείο συσ­σώ­ρευ­σης α­ντι­φά­σεων για την α­κο­λου­θού­με­νη πο­λι­τι­κή, να μην έ­χει τό­σο με­γά­λο ει­δι­κό βά­ρος σε μία πρω­θυ­πουρ­γι­κή ο­μι­λία ε­νώ πα­ράλ­λη­λα α­πο­σιω­πά­ται το ζή­τη­μα, βα­σι­κό ση­μείο συσ­σώ­ρευ­σης α­ντι­φά­σεων, του χρη­μα­το­δο­τι­κού κε­νού για τα ε­πό­με­να χρό­νια, που εί­ναι κε­ντρι­κό θέ­μα στις τρέ­χου­σες εγ­χώ­ριες και διε­θνείς συ­ζη­τή­σεις για τις προο­πτι­κές της ελ­λη­νι­κής οι­κο­νο­μίας.

Για­τί ε­πέ­μει­νε στο πλεό­να­σμα;

Στα πρω­το­γε­νή πλε­ο­νά­σμα­τα, με βά­ση την τρέ­χου­σα οι­κο­νο­μι­κή πο­λι­τι­κή, τους έ­χει α­να­τε­θεί ο ρό­λος της πλη­ρω­μής τό­κων και χρε­ο­λυ­σίων με στό­χο την α­πο­μείω­ση του χρέ­ους σε βιώ­σι­μα ε­πί­πε­δα μα­ζί με τα έ­σο­δα α­πό ι­διω­τι­κο­ποιή­σεις. Πρό­κει­ται για α­δύ­να­το στό­χο. Πέ­ραν του ό­τι ε­πί­πε­δα 4,5% που προ­βλέ­πο­νται ως στό­χοι α­πο­τε­λούν πο­λύ υ­ψη­λά με­γέ­θη α­κό­μη και για κα­νο­νι­κές συν­θή­κες λει­τουρ­γίας της οι­κο­νο­μίας, προϋπο­τί­θε­ται ό­τι ε­πι­τυγ­χά­νο­νται ε­πί μα­κρόν - α­νε­ξάρ­τη­τα των κυ­κλι­κών δια­κυ­μάν­σεων της οι­κο­νο­μι­κής δρα­στη­ριό­τη­τας. Με άλ­λα λό­για ο στό­χος ε­πί­τευ­ξης τέ­τοιων πρω­το­γε­νών πλε­ο­να­σμά­των α­πό τη μία με­ριά και α­πό την άλ­λη με­γέ­θυν­σης και κα­τα­πο­λέ­μη­σης της α­νερ­γίας, ει­δι­κά με­τά α­πό μία πο­λε­μι­κού τύ­που ύ­φε­ση, κι­νού­νται σε α­ντί­θε­τη κα­τεύ­θυν­ση. Εί­ναι προ­φα­νές, ε­πί­σης, ό­τι η πα­ρα­γω­γή πρω­το­γε­νών πλε­ο­να­σμά­των που κα­τευ­θύ­νο­νται στην α­πο­πλη­ρω­μή του χρέ­ους ε­πί­σης δε συ­νι­στά έ­ξο­δο α­πό το Μνη­μό­νιο αλ­λά πι­στή ε­φαρ­μο­γή του σε χρο­νι­κό βά­θος δε­κα­ε­τίας.
Σε σχέ­ση με τη δια­νο­μή του πλε­ο­νά­σμα­τος που προ­κύ­πτει πέ­ραν του μνη­μο­νια­κού στό­χου, δη­λα­δή αν έ­χου­με στό­χο α­πό το Μνη­μό­νιο 0% να πε­τύ­χου­με ε­πι­πλέ­ον 1 δισ. πρω­το­γε­νές πλεό­να­σμα, θα μπο­ρού­σα­με να συ­μπε­ρά­νου­με ό­τι μάλ­λον ση­μαί­νει έ­ντα­ση των μνη­μο­νια­κών πο­λι­τι­κών πα­ρά α­πά­λυν­ση των ε­πι­πτώ­σεών τους. Τού­το, δε, διό­τι ό­ταν προ­κύ­πτει, πχ, α­πό ε­πι­πλέ­ον πε­ρι­κο­πές κοι­νω­νι­κών δα­πα­νών και το «ό­φε­λος» μοι­ρά­ζε­ται στο κοι­νω­νι­κό κα­τά 70%, τό­τε η εγ­χώ­ρια ζή­τη­ση μειώ­νε­ται κα­τά τι.

Ισχνές ή αρ­νη­τι­κές οι υ­πό­λοι­πες εν­δεί­ξεις

Αν ε­ξε­τά­σου­με πιο προ­σε­κτι­κά, ό­μως, τις οι­κο­νο­μι­κές συν­θή­κες κα­τα­λα­βαί­νου­με ό­τι πέ­ραν του πρω­το­γε­νούς πλε­ο­νά­σμα­τος δεν υ­πήρ­χε και τί­πο­τα άλ­λο, το ο­ποίο με σο­βα­ρό­τη­τα θα μπο­ρού­σε να στη­ρί­ξει μία ει­κό­να ε­ξό­δου α­πό το μνη­μό­νιο.
Οι ε­κτι­μή­σεις, πχ, για με­γέ­θυν­ση το 2014 που προ­βλή­θη­καν υ­πό­κει­νται σε πλή­θος κίν­δυ­νων για την πραγ­μα­το­ποίη­σή τους που με­ρι­κώς τους πε­ρι­γρά­φει το ΔΝΤ στην τε­λευ­ταία έκ­θε­ση του, κιν­δύ­νων που πη­γά­ζουν α­πό τα α­πο­τε­λέ­σμα­τα της πο­λι­τι­κής που α­κο­λου­θεί­ται. Συγ­χρό­νως, θα πρό­κει­ται για με­γέ­θυν­ση, αν υ­λο­ποιη­θούν οι υ­πε­ραι­σιό­δο­ξες προϋπο­θέ­σεις της, που θα χα­ρα­κτη­ρί­ζε­ται α­πό κάμ­ψη της εγ­χώ­ριας πα­ρα­γω­γι­κής δρα­στη­ριό­τη­τας και α­νερ­γία στα ί­δια ε­πί­πε­δα με το 2013.
Το ί­διο ι­σχύει και για την τρα­πε­ζι­κή ρευ­στό­τη­τα που υ­πο­στη­ρί­χθη­κε ό­τι θα εμ­φα­νι­στεί λό­γω α­να­κε­φα­λαιο­ποίη­σης. Από τους διε­θνείς ορ­γα­νι­σμούς, την Ε.Ε, το ΔΝΤ μέ­χρι και στε­λέ­χη των τρα­πε­ζών προ­βλέ­πε­ται πε­ριο­ρι­σμός της πί­στης. Ορθά, ε­πει­δή η α­να­κε­φα­λαιο­ποίη­ση δεν λύ­νει το πρό­βλη­μα χρη­μα­το­δό­τη­σης της οι­κο­νο­μι­κής δρα­στη­ριό­τη­τας ού­τε του δη­μο­σίου ού­τε των ι­διω­τών. Απλά, για να το πού­με λί­γο α­κραία αλ­λά δια­φω­τι­στι­κά, ε­πι­τρέ­πει στις τρά­πε­ζες να μην κλεί­σουν.
Εν συ­ντο­μία δεν μπο­ρείς να στη­ρί­ξεις πει­στι­κή έ­ξο­δο σε ά­ερ­γη με­γέ­θυν­ση, πε­ριο­ρι­σμό της εγ­χώ­ριας ζή­τη­σης, και με­γέ­θυν­ση χω­ρίς τρα­πε­ζι­κή πί­στη.

Το πε­ριε­χό­με­νο της με­τά το μνη­μό­νιο ε­πο­χής

Αν, τώ­ρα, στρα­φού­με α­ντί για τα ση­μά­δια, στην α­να­ζή­τη­ση του πε­ριε­χο­μέ­νου της με­τά το μνη­μό­νιο ε­πο­χής αυ­τό θα το βρού­με πιο συ­νε­κτι­κό και συ­γκε­κρι­μέ­νο ω­στό­σο.
Πρώ­τον, θα συ­να­ντή­σου­με τον ε­ξα­γω­γι­κό προ­σα­να­το­λι­σμό, την α­ντα­γω­νι­στι­κό­τη­τα ως βα­σι­κό πυ­λώ­να. Πρό­κει­ται, ό­πως γνω­ρί­ζου­με, για έ­ναν α­πό τους βα­σι­κούς πυ­λώ­νες του μνη­μο­νίου. Η α­ντα­γω­νι­στι­κό­τη­τα κα­τα­νο­εί­ται ως α­ντα­γω­νι­στι­κό­τη­τα μείω­σης της τι­μής και μά­λι­στα μέ­σω της μείω­σης των μι­σθών και του πε­ριο­ρι­σμού των ερ­γα­τι­κών κοι­νω­νι­κών και οι­κο­νο­μι­κών δι­καιω­μά­των, ό­χι των κερ­δών, δη­λα­δή μέ­σω με­τα­βο­λής της πρω­το­γε­νούς δια­νο­μής υ­πέρ του κε­φα­λαίου. Το πρό­βλη­μα, λοι­πόν, δεν εί­ναι στο να τε­θεί στό­χος μία αύ­ξη­ση των ε­ξα­γω­γών, αλ­λά στον τρό­πο που ε­πι­χει­ρεί­ται αυ­τό και στον χα­ρα­κτή­ρα αυ­τα­ξίας που παίρ­νει. Οι α­νε­πτυγ­μέ­νες οι­κο­νο­μίες στη­ρί­ζο­νται κυ­ρίως στην εγ­χώ­ρια ζή­τη­ση και για να λυ­θεί το πρό­βλη­μα της ελ­λη­νι­κής οι­κο­νο­μίας περ­νά μέ­σα α­πό την α­να­κο­πή της πτώ­σης της. Αν πε­ρι­μέ­νου­με την α­νά­καμ­ψη α­πό τη με­τα­μόρ­φω­ση της ελ­λη­νι­κής οι­κο­νο­μίας τό­τε ο κ. Σόι­μπλε, που θεω­ρεί ό­τι δεν εί­μα­στε ού­τε στα μι­σά του δρό­μου, μπο­ρεί να α­πο­δει­χθεί αι­σιό­δο­ξος.
Δεύ­τε­ρον, τον στό­χο της α­παλ­λα­γής α­πό τον κρα­τι­σμό. Εδώ βρί­σκου­με το δεύ­τε­ρο πυ­λώ­να του Μνη­μο­νίου που εί­ναι η μείω­ση του δη­μο­σίου το­μέα στο σύ­νο­λο της οι­κο­νο­μίας κα­θώς και η μείω­ση των δη­μο­σίων δα­πα­νών. Βρί­σκου­με την α­ντί­λη­ψη ό­τι για τα ελ­λείμ­μα­τα στην Ελλά­δα έ­φται­γε το υ­περ­βο­λι­κό ύ­ψος των δα­πα­νών, ε­κτί­μη­ση που α­ντι­βαί­νει με τα δια­θέ­σι­μα στοι­χεία της Eurostat, αλ­λά η ο­ποία ε­ξυ­πη­ρε­τεί τους στό­χους ι­διω­τι­κο­ποιή­σεων και μείω­σης του κοι­νω­νι­κού κρά­τους, δια­τή­ρη­σης της νό­μι­μης φο­ρο­α­παλ­λα­γής του πλού­του κ.ά.
Τέ­λος, τρί­τον, βρί­σκου­με την ί­δια τη δι­καιο­λό­γη­ση της ά­δι­κης α­να­δια­νο­μής, με μία ε­πι­χει­ρη­μα­το­λο­γία η ο­ποία ε­ξι­σώ­νει α­να­δια­νο­μή, ελ­λείμ­μα­τα, δια­νο­μή πλε­ο­νά­σμα­τος Θεω­ρώ προ­φα­νές ό­τι η α­να­δια­νο­μή δεν εί­ναι η δια­νο­μή του πλε­ο­νά­σμα­τος. Εί­τε έ­χεις μία φρατ­ζό­λα εί­τε έ­να κου­λού­ρι, εί­τε έ­χεις πλεό­να­σμα εί­τε δεν έ­χεις μπο­ρείς να μοι­ρά­ζεις ό, τι έ­χεις, εί­τε με τη λο­γι­κή του Κα­ρα­γκιό­ζη εί­τε με τη λο­γι­κή μι­σό-μι­σό. Ο φό­ρος 15% στις ε­πι­χει­ρή­σεις που ε­ξαγ­γέλ­θη­κε ως ο­ρα­μα­τι­κός στό­χος εί­ναι στη λο­γι­κή της α­να­δια­νο­μής που ση­μαί­νει εί­τε πε­ραι­τέ­ρω πε­ριο­ρι­σμό του κοι­νω­νι­κού κρά­τους εί­τε ό­τι κά­ποιοι άλ­λοι, μη-ε­πι­χει­ρη­μα­τίες, θα πλη­ρώ­σουν ό­τι δεν πλη­ρώ­σουν οι ε­πι­χει­ρη­μα­τίες. Η α­να­δια­νο­μή υ­πέρ του πλού­του και του κε­φα­λαίου, βα­σι­κός πυ­ρή­νας συγ­γρα­φής του μνη­μο­νίου, ε­δώ δι­καιο­λο­γεί­ται μέ­σω του ξορ­κι­σμού της ι­δέ­ας της α­να­δια­νο­μής ως δη­μιουρ­γού­σα χρέ­ος και η ε­πί­κλη­ση «α­ντα­γω­νι­στι­κό­τη­τα» σκε­πά­ζει τους μι­σθούς των 300 ευ­ρώ και την γε­νι­κευ­μέ­νη α­να­σφά­λεια της α­νερ­γίας και της φτώ­χειας.
Με ό­λα αυ­τά και άλ­λα που θα πά­νε αρ­κε­τά μα­κριά τη συ­ζή­τη­ση, παύει να ξε­νί­ζει η ση­μα­σία που κα­τέ­λα­βε το πρω­το­γε­νές πλεό­να­σμα για να στη­ρί­ξει το ε­πι­χεί­ρη­μα πε­ρί ε­ξό­δου α­πό το μνη­μό­νιο. Συ­μπυ­κνώ­νει την ι­δέα να βα­φτί­σου­με το «μνη­μό­νιο» ως «έ­ξο­δο α­πό το μνη­μό­νιο» και ταυ­τό­χρο­να να το κα­τα­στή­σου­με ε­σω­τε­ρι­κό, αιώ­νιο, κώ­δι­κα.
 
 


Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου